Κατά τους πλέον απαισιόδοξους - και κινδυνολόγους ίσως -οικονομικούς αναλυτές μια ενδεχόμενη κατάρρευση της Deutsche Bank θα προκαλούσε παγκόσμιο σοκ πενταπλάσιας ισχύος από εκείνο της Lehman Brothers. Κατά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας αποτελεί σήμερα τον «υπ’ αριθμόν ένα παγκόσμιο συστημικό κίνδυνο». Και σύμφωνα με την βρετανική Telegraph, η κρίση στη Deutsche Bank μπορεί να ρίξει την 'Ανγκελα Μέρκελ και, μαζί της, και όλο το οικοδόμημα του ευρώ.
Το πού σταματά η δραματοποίηση και πού φτάνει ο πραγματικός κίνδυνος το αποτιμούν ξανά αυτές τις μέρες οι αγορές και το έως τώρα «ταμείο» μάλλον δεν είναι ενθαρρυντικό: Η μετοχή της Deutsche Bank έχει χάσει από τις αρχές της χρονιάς έως τώρα πάνω από το 50% της αξίας της, η κεφαλαιοποίησή της έχει πέσει στα 14,5 δισεκατομμύρια ευρώ – ήτοι, και σε όρους δολαρίων, μόλις 2 δισ. δολάρια πάνω από το πρόστιμο των 14 δισ. δολαρίων που καλείται να καταβάλει στις ΗΠΑ – και ο Βρετανός διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας Τζον Κράιαν έχει ήδη δρομολογήσει πρόγραμμα περικοπών με μείωση προσωπικού κατά 25% και πωλήσεις θυγατρικών του ομίλου στο εξωτερικό.
Τα σενάρια κρατικής διάσωσης
Σ’ αυτό το κλίμα οι διαρροές περί κρατικών σχεδίων διάσωσης διαδέχονται η μία την άλλη, με τελευταίο το χθεσινό δημοσίευμα της Die Zeit που έφερε τη γερμανική κυβέρνηση να επεξεργάζεται σενάρια ακόμη και για απ’ ευθείας μεταβίβαση στο κράτος του 25% της Deutsche Bank.
Τα εν λόγω σενάρια διαψεύστηκαν ακαριαία από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, όπως συνέβη και με τις πληροφορίες του Focus για αίτημα κρατικής ενίσχυσης από την ηγεσία της τράπεζας. Η βαθιά ζημιογόνος όμως, και όλο πιο αγωνιώδης, πορεία της Deutsche Bank ίσως δοκιμάσουν σύντομα την αντοχή τόσο των εν λόγω διαψεύσεων όσο και του δόγματος «ουδετερότητας» της γερμανίδας καγκελαρίου.
Ο πόλεμος Σόιμπλε κατά Ντράγκι
Τα προβλήματα για τη γερμανική τράπεζα ξεκίνησαν, και εξακολουθούν να εστιάζονται, στον επενδυτικό της κλάδο. Με το ιλιγγιώδες άνοιγμα των 72,8 τρισ. δολαρίων στην αγορά παραγώγων και με το 85% του τζίρου της να προέρχεται από τον επενδυτικό κλάδο, η Deutsche Bank ψάχνει πυξίδα σε μια εποχή όπου, πλέον, είναι πολύ δύσκολο να ρισκάρει και να «τζογάρει» για μεγάλα κέρδη.
Με το κύρος της τραυματισμένο από μια σειρά σκανδάλων – ανάμεσά τους και την υπόθεση χειραγώγησης του Libor που της κόστισε πρόστιμο 1,7 δισ. στερλινών – η Deutsche Bank επιχείρησε ανεπιτυχώς να προσαρμοστεί τα τελευταία χρόνια στους νέους, αυστηρότερους τραπεζικούς κανόνες που βάζουν φρένο στις πρακτικές ανάληψης ρίσκου και, κατ΄επέκταση, και στα περιθώρια κέρδους των τραπεζών. Τα εν λόγω περιθώρια, δε, περιορίζουν ακόμη περισσότερο και τα χαμηλά επιτόκια, γεγονός που οι αναλυτές θεωρούν ότι συνδέεται στενά και με τον πόλεμο που έχει κηρύξει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε κατά του Μάριο Ντράγκι και της χαλαρής νομισματοπιστωτικής πολιτικής της ΕΚΤ.
Το αμερικανικό πρόστιμο-μαμούθ
Το πρόγραμμα περικοπών που εξήγγειλε ο Τζον Κράιαν ανέκοψε προσωρινά, πριν από λίγους μήνες, τις ανησυχίες, όμως τη χαριστική βολή ήρθε να δώσει η επιβολή του προστίμου των 14 δισ. δολαρίων από τις αμερικανικές αρχές για την υπόθεση με τις παράτυπες πωλήσεων ομολόγων της στεγαστικής αγοράς στις ΗΠΑ πριν από μια δεκαετία.
Κατά τον γερμανικό Τύπο το σοκ ήταν πολύ πιο ισχυρό απ’ ό,τι άφησε να διαφανεί το Βερολίνο, καθώς η ηγεσία της Deutsche Bank ανέμενε ότι το πρόστιμο δεν θα ξεπερνούσε τα 2,5 δισ. δολάρια. Και, παρά τη δημόσια αποστασιοποίηση, εξίσου ισχυρή ήταν και η πολιτική δυσαρέσκεια που κατευθύνθηκε από τη γερμανική καγκελαρία προς την Ουάσιγκτον.
Στο δια ταύτα όμως, το ανοιχτό ερώτημα που θέτουν επιτακτικά πλέον οι αγορές είναι εάν όντως η Deutsche Bank αντέχει να πληρώσει τα 14 δισ. δολάρια χωρίς τριγμούς που θα απειλούσαν με ντόμινο σύσσωμο το τραπεζικό γερμανικό σύστημα.
Τα διλήμματα της Μέρκελ
Τη δε απάντηση είναι πολύ πιθανό να κληθεί να τη δώσει η ίδια η 'Ανγκελα Μέρκελ, εάν το πρόγραμμα πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων ή και ενδεχόμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου αποδειχθούν ανεπαρκείς. Σε αυτή την περίπτωση, η μόνη διαφυγή θα είναι η κρατική στήριξη – μια προοπτική, που η Γερμανίδα καγκελάριος απορρίπτει, αυτή τη στιγμή, κατηγορηματικά.
Πρόκειται για μια απάντηση πολιτικά αναμενόμενη αυτή τη στιγμή. Η Μέρκελ που άφησε τις ελληνικές τράπεζες στην τύχη τους το 2009, που εισήγαγε κι έκανε σημαία της τους κανόνες του bail in και αρνήθηκε σθεναρά την οποιαδήποτε κρατική στήριξη στο ιταλικό τραπεζικό σύστημα εφέτος, δεν μπορεί να διανοηθεί να ζητήσει από τους Γερμανούς φορολογούμενους να στηρίξουν την Deutsche Bank – έστω κι εάν πρόκειται για τη δική τους τράπεζα.
Μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης
Κατά τους αναλυτές, ωστόσο, η Μέρκελ βρίσκεται απλώς μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης. «Η πολιτική προοπτική μιας κρατικής διάσωσης είναι φρικτή, αλλά οι οικονομικές συνέπειες μιας κατάρρευσης της Deutsche Bank είναι ακόμη χειρότερες», έγραψε χαρακτηριστικά η Telegraph, προσθέτοντας: «Αποκλείοντας την κρατική διάσωση, η Μέρκελ ίσως λύνει το άμεσο πολιτικό πρόβλημα. Εάν η κρίση επιδεινωθεί όμως, όπως είναι πιθανό, ουδείς μπορεί να σκεφτεί ότι θα επιμείνει στην ίδια γραμμή. Μιας μορφής διάσωσης θα υπάρξει με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, και τότε τα πράγματα θα είναι πολύ χειρότερα.
Διότι στην πραγματικότητα, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της εφημερίδας, η Μέρκελ παίζει ένα πολύ επικίνδυνο παιχνίδι με τη Deutsche Bank. Εάν η άρνησή της για κρατική στήριξη οδηγήσει τη Deutsche Bank στο χείλος της κατάρρευσης, αυτό θα σημάνει αυτομάτως το τέλος της καγκελαρίας της. Κι εάν επιχειρήσει να τη σώσει την ύστατη ώρα, τότε θα κλονιστεί το ευρώ λόγω της παραβίασης των κανόνων, που η ίδια η καγκελάριος επέβαλε...
________________